Είναι γνωστές οι προειδοποιήσεις εμπειρογνωμόνων ότι στη Χάγη δεν θα ήταν καθόλου σίγουρη μια δικαίωση των ελληνικών θέσεων, μιας και το δίκαιο της θάλασσας έχει μια σειρά κριτήρια, που παίρνουν υπόψη τη διαφορά ανάμεσα σε ένα νησί όπως το Καστελόριζο και μια μεγάλη ηπειρωτική χώρα με τη μεγάλη ακτογραμμή της Τουρκίας.
Υπάρχουν άλλωστε αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου που έχουν αρνηθεί πλήρη επήρεια σε νησιά (π.χ. Μαύρη Θάλασσα), σε αντίστοιχες ιδιαίτερες περιπτώσεις. Αυτές τις δυσκολίες επιχειρεί να παρακάμψει η Αθήνα, διαμορφώνοντας «τετελεσμένα», με τις πλάτες των ιμπεριαλιστικών κυβερνήσεων και με τη διπλωματία των (ξένων) κανονιοφόρων.
Κάθε άποψη που φλερτάρει με κάποια «εθνικά δίκαια» ή «κυριαρχικά δικαιώματα», όταν μιλάμε για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, μόνο ζημιά κάνει στην κοινή προσπάθεια να οικοδομηθεί ένα αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Στον καπιταλισμό τα «κυριαρχικά δικαιώματα» σε πλουτοπαραγωγικές πηγές αφορούν τους καπιταλιστές. Δεν είναι «εθνική προίκα» μιας κάποιας μελλοντικής «λαϊκής εξουσίας» από την οποία απέχουμε ακόμα και για την οποία πρέπει τάχα να παίξουμε με τα σπίρτα των εθνικισμών σε μια εύφλεκτη περιοχή. Επίσης, στις συνθήκες της κλιματικής αλλαγής, ακόμη κι ο ΟΗΕ υποχρεώνεται να χτυπήσει καμπανάκι, όταν επιστήμονες σωστά προειδοποιούν ότι «πρέπει να αφήσουμε το πετρέλαιο εκεί που είναι» αν θέλουμε να σωθεί ο πλανήτης.
Λάθος είναι επίσης να θεωρούμε πως «η μόνη διαφορά μας είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας». Διαφορά είναι κάθε αμφισβήτηση εδαφική ή άλλη από την μία ή την άλλη πλευρά, όσο «ανεδαφική», «προκλητική» ή «ανυπόστατη» και εάν θεωρείται από την χώρα που θίγεται. Άρα διαφορά είναι η άρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει 12 ν.μ. αιγιαλίτιδας ζώνης ή δικαιώματος ΑΟΖ στα νησιά μας, διαφορά είναι οι «γκρίζες ζώνες», διαφορά είναι η απαίτηση «αποστρατιωτικοποίησης ορισμένων νησιών μας», διαφορά είναι και η αμφισβήτηση των 10 ν.μ. εναερίου χώρου, είτε μάς αρέσει είτε όχι. Ειδικά στο τελευταίο αυτό δεν υπάρχει, είμαι βέβαιος, διεθνολόγος στον κόσμο που να υποστηρίξει την μοναδική στην διεθνή πρακτική διαφοροποίηση των 6 ν.μ. αιγιαλίτιδας από τα 10 ν.μ εναερίου χώρου, που έχει υιοθετήσει η χώρα μας και που προκαλεί τις δεκάδες αερομαχίες ημερησίως πάνω από το Αιγαίο με τεράστιο κόστος.
Συνεπώς το διεθνές δίκαιο δεν είναι πάντοτε με το μέρος μας, όπως βαυκαλίζουν την ελληνική κοινή γνώμη οι πολιτικοί μας επειδή δεν θέλουν να κάνουν κάτι που μπορεί να βλάψει την εκλογική τους δύναμη. Δεν κάνουν κάτι ούτε εκεί που έχουμε το δίκαιο με το μέρος της Ελλάδας (όπως λ.χ. στο δικαίωμα των νησιών να έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ) επειδή φοβούνται πως τυχόν παραπομπή σε διεθνές δικαστήριο μπορεί να μην είναι 100% υπέρ της χώρας, αλλά 95 ή 90% προτιμώντας να διαιωνίζονται οι διαφορές και χρόνο με τον χρόνο τα προβλήματα να οξύνονται μέχρι ότου να φτάσουμε κάποτε σε στρατιωτική εμπλοκή και τότε να ψάχνουμε να βρούμε ποιος φταίει.
Όπως πολύ σωστά έχει πει ο διεθνολόγος Θοδωρής Τσίκας, το Δίκαιο της Θάλασσας δεν δίνει τη δυνατότητα να θεωρηθεί το Αιγαίο «ελληνική λίμνη», ως εάν η Ελλάδα να κατείχε και τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Έτσι, οι δύο χώρες διαφωνούν για το πώς μπορεί αυτό να εφαρμοστεί. Το Αιγαίο είναι ελληνικό κατά 35%. Είναι κυρίως διεθνές (κατά 56%) και τριτευόντως τουρκικό (κατά 9%). Η Τουρκία ως παράκτια χώρα έχει και αυτή, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, νόμιμα συμφέροντα στον διεθνή εναέριο χώρο και στα διεθνή ύδατα.
Με βάση αυτή την παραδοχή, θα ήταν «κοντόφθαλμη» και εχθρική προς τη γειτονική χώρα μια «συμμαχία» για να την αποκλείσουμε από τις ενεργειακές πηγές της Ανατολικής Μεσογείου, «εργαλειοποιώντας» το Καστελόριζο, χωρίς να έχουμε κανένα άμεσο συμφέρον.
Είναι ψέμα ότι υπάρχει «καλή» και «κακή» πλευρά, «επιθετική» και «αμυντική». Πρόκειται για έναν ανταγωνισμό των δυο υποϊμπεριαλισμών για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής με το στήσιμο «αξόνων», τον οποίο και οι δυο πλευρές τελευταία οξύνουν. Ο ανταγωνισμός είναι επικίνδυνος και αντιδραστικός. Κινδυνεύει να σύρει τις δυο χώρες σε πολεμική σύρραξη από την οποία οι λαοί στις δυο πλευρές του Αιγαίου μόνο να χάσουν έχουν.
Πόσο «κυριαρχικό δικαίωμα» είναι η επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ν.μ με βάση τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982; Με αυτή την επέκταση τα διεθνή ύδατα στο Αιγαίο θα περιορίζονταν από το 49% στο 19% με το ελληνικό μερίδιο να ανεβαίνει από το 43% στο 71,5%. Ουσιαστικά, τα περάσματα του Αιγαίου, ο έλεγχος της ναυσιπλοΐας από και προς τον Εύξεινο Πόντο, θα ελέγχονται αποκλειστικά από την Ελλάδα μετατρέποντας το Αιγαίο σε «ελληνική λίμνη».
Γενικό συμπέρασμα: η Ελλάδα πρέπει να αφήσει τις δικαιολογίες και να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις με τούς Τούρκους πάνω σε όλα τα ζητήματα. Αυτές θα πρέπει να γίνονται σε χωριστές Επιτροπές για κάθε «διαφορά» υπό την επίβλεψη τού ΟΗΕ και με τον απαραίτητο όρο ότι εάν σε 6, 9 ή 12 μήνες δεν προκύπτει λύση σε κάθε ένα από συζητούμενα θέματα, αυτό θα παραπέμπεται αυτόματα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.