Πώς τα δεξιά ΜΜΕ πλάσαραν τον Κώστα Πλεύρη το 1967 σαν φοβερό ηγέτη και το 1992 σαν μεγάλο διανοούμενο
Φοβερή η δύναμη του φακού: άρκεσαν δύο φασιστικοί χαιρετισμοί on camera από τον παλαίμαχο Κώστα Πλεύρη εντός δικαστηρίου, για να τον αδειάσουν πανηγυρικά ακόμη κι εκείνοι που του χρωστούν την πολιτική τους καριέρα ή τον πρόβαλλαν κάποτε σαν φοβερό και τρομερό διανοούμενο. Με τη συνήθη σε τέτοιες περιπτώσεις αμετροέπειά του, το «Πρώτο Θέμα» της περασμένης Κυριακής δεν δίστασε μάλιστα ακόμη και να καταγγείλει την παλιότερη δικαστική του αθώωση για τα άκρως αντισημιτικά κηρύγματα του διαβόητου βιβλίου του – «ξεχνώντας», φυσικά, να αναφέρει πως η πρωταγωνίστρια αυτής της αθώωσης, Μαριάνα Παγουτέλη, επιλέχθηκε προ ημερών από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ως αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Όπως και στην περίπτωση των (απείρως πιο επικίνδυνων, όπως αποδείχθηκε) «αφρόνων» πραξικοπηματιών του 1967, έτσι κι εδώ κάποιοι δεν δικαιούνται, ωστόσο, να «αγανακτούν» με τα φερσίματά του. Ας δούμε αναλυτικά το γιατί.
Η «Καθημερινή» και η Δικαιοσύνη
Επί δικτατορίας ο Πλεύρης υπήρξε στενός συνεργάτης του σκληροπυρηνικού συνταγματάρχη Λαδά, εκπροσώπου της καθαρά φασιστικής τάσης του καθεστώτος. Για τον ρόλο του αυτό μετά τη Μεταπολίτευση βρέθηκε στο απόλυτο περιθώριο της δημόσιας ζωής, παρακολουθούμενος επιπλέον από τις υπηρεσίες ασφαλείας για σχέσεις με συνωμοτικούς κύκλους χουντικών «σταγονιδίων» και τη Λιβύη του Καντάφι και ανακρινόμενος για τις επαφές του με ακροδεξιούς βομβιστές της εποχής.
Από το περιθώριο αυτό τον έβγαλε μετά το 1990 ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της κυβέρνησης (και της οικογένειας) Μητσοτάκη· συγκεκριμένα, ο Γιώργος Καρατζαφέρης και το προσωπικό τηλεοπτικό κανάλι (Tele-City) που αυτός είχε αποκτήσει με μεσολάβηση της τότε πρωθυπουργικής συζύγου, Μαρίκας Μητσοτάκη. Εν μια νυκτί, ο αμετανόητος πρώην αρχηγός του «Κόμματος της 4ης Αυγούστου» απέκτησε τακτικό τηλεοπτικό βήμα – και τη δυνατότητα να ζυμώνει εβδομαδιαίως την κοινωνική βάση της μείζονος Δεξιάς.
Η εθνικιστική υστερία του 1992, με αφορμή το «Σκοπιανό», ολοκλήρωσε αυτή την πολιτική αποκατάσταση ενός προπαγανδιστή ειδικευμένου στα παραδοσιακά μοτίβα της μετεμφυλιακής εθνικοφροσύνης. Στις 11/2/1992, το βραδινό δελτίο του Tele-City μας ενημέρωσε λ.χ. για μια πρόσφατη ομιλία του στο (δημόσιο) 4ο Γυμνάσιο Χαλανδρίου, διευκρινίζοντας πως «ο κ. Πλεύρης γυρίζει από σχολείου εις σχολείον μπας και ξυπνήσει τον εθνικό μας οίστρο». Τις επόμενες μέρες ήρθε η σειρά της σοβαρής «Καθημερινής» να προβάλει τα κηρύγματά του σαν εξαιρετική πηγή ιδεών για την εξωτερική πολιτική της χώρας (16/2/1992): «Τη λύση [στο Μακεδονικό] την πρότεινε ένας σπουδαίος πνευματικός άνθρωπος, ιστορικός, φιλόλογος και νομικός, ο καθηγητής κ. Κώστας Πλεύρης, που μιλάει κάθε Κυριακή από ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι και παρουσιάζει κατά τρόπο μοναδικό τις αξίες της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς, τον κλασικό μας πλούτο, με ιδιαίτερη πάντα αναφορά στους Έλληνες Μακεδόνες Φίλιππο, Αριστοτέλη και Μέγα Αλέξανδρο. Αυτός λοιπόν ο διαπρεπής αναλυτής, παρόλο που κάνει μονόλογο γιατί δεν έχει ανάλογο συνομιλητή, είπε την περασμένη Κυριακή τούτο το σπουδαίο […]».
Τα ΜΜΕ της Δεξιάς ακολούθησε ο σκληρός πυρήνας του κράτους. Στις 22 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, ο Πλεύρης επιστρατεύθηκε από τον εισαγγελέα Ανδρεουλάκο, αδελφό επιφανούς τότε ακροδεξιού βουλευτή της Ν.Δ., ως βασικός μάρτυρας για να στηρίξει (σαν «εμπειρογνώμονας») τη δίωξη των αριστερών συγγραφέων και διακινητών του βιβλίου «Η κρίση στα Βαλκάνια, το Μακεδονικό και η εργατική τάξη», με τις κατηγορίες της διασποράς ψευδών ειδήσεων, της πρόκλησης των πολιτών σε διχόνοια και της διατάραξης των φιλικών σχέσεων με γειτονικά κράτη (που κατέπεσαν πανηγυρικά στο δικαστήριο, έναν χρόνο αργότερα).
Στην ένορκη κατάθεσή του, ο Πλεύρης δήλωσε σαν επάγγελμα «δικηγόρος – καθηγητής πανεπιστημίου» κι επικαλέστηκε σαν τεκμήριο ειδημοσύνης το πόνημά του «Η γεωπολιτική θέσις της Μακεδονίας» (1984), ισχυριζόμενος ότι το είχε συντάξει «προς ενημέρωσιν φοιτητών Αμερικανικών πανεπιστημίων». Υπενθυμίζουμε πως, εκείνα τα χρόνια, ο ίδιος δήλωνε επίσης «Επίτιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Γκουανταλαχάρα» (επιστολή του στην «Καθημερινή», 18/6/1986). Φυσικά, ο εθνικά ευαίσθητος εισαγγελέας δεν διανοούνταν να ελέγξει την αλήθεια αυτών των τίτλων ενός μάρτυρα κατηγορίας για «διασπορά ψευδών ειδήσεων».
Η πρώτη φορά
Αυτά όσον αφορά τα μεταπολιτευτικά χρόνια. Παντελώς άγνωστη παραμένει, ωστόσο, η παρθενική προβολή του Πλεύρη ως αστέρα της εθνικοφροσύνης από τον Τύπο της mainstream Δεξιάς, στις παραμονές ακριβώς της δικτατορίας. Το καλοκαίρι του 1965 το νεοσύστατο «Κόμμα 4ης Αυγούστου» είχε στρατολογηθεί μυστικά από τον γενικό γραμματέα της ΕΡΕ, ναύαρχο Σπανίδη, στο «Εθνικό Μέτωπο», μια «παράλληλη οργάνωση» που συγκροτήθηκε από την ηγεσία της επίσημης Δεξιάς για τον «συντονισμό της δράσης και συσπείρωση των δυνάμεων που δρούσαν χωρίς κομματικές οδηγίες», διέθετε «ομάδες κρούσης» κατά της Αριστεράς και τα στελέχη της «πίστευαν ότι ο κομμουνιστικός ή αναρχικός κίνδυνος δεν αντιμετωπίζεται με σταυρωμένα χέρια αλλά δυναμικά και οργανωμένα, ιδίως όταν το κράτος παρουσιάζη αδυναμία αντιμετωπίσεώς του».
Μολονότι το «Μέτωπο» έπαψε τυπικά να υφίσταται την άνοιξη του 1966, η έμπρακτη σύμπραξη των συνιστωσών του στο πεζοδρόμιο συνεχίστηκε μέχρι το πραξικόπημα· ένα κομβικός στέλεχός του, ο τότε γ.γ. της ΕΡΕΝ, Παύλος Μανωλόπουλος -μετέπειτα υπουργός της χούντας- διατηρούσε άλλωστε προσωπική επαφή με το τμήμα της ΚΥΠ που «παρακολουθούσε τα φοιτητικά» (Τάσος Κωστόπουλος, «Ο ναζισμός ως εγχείρημα αντιεξέγερσης», περ. «Αρχειοτάξιο», τχ.16, 2014, σελ.74). Καθόλου περίεργο, λοιπόν, που στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής κάλυψης αυτών των τελευταίων ο Πλεύρης και η οργάνωσή του υποδείχθηκαν διακριτικά σαν η δέουσα απάντηση στην κεντροαριστερή «ανομία».
Την γκρίζα διαφήμισή τους ανέλαβε τον Φλεβάρη του 1967 η «Ακρόπολις», η μεγαλύτερη τότε εφημερίδα της Δεξιάς με ημερήσια κυκλοφορία 75.000 φύλλα (και τρίτο σε κυκλοφορία αθηναϊκό φύλλο, μετά τα κεντρώα «Νέα» και «Βήμα» του ΔΟΛ). Στο πρώτο ήδη άρθρο ενός πολυήμερου ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Γιάννη Λάμψα, με τίτλο «Νεολαία, ο άγνωστος Χ των εκλογών» (5-19/2), γνωστό στους αναγνώστες μας από παλιότερο αφιέρωμά μας στην κινδυνολογία της εποχής γύρω από τη Νεολαία Λαμπράκη («Νεολαία για δέσιμο», «Εφ.Συν», 21/2/2021), ο «δαιμόνιος» Πλεύρης προβάλλεται διακριτικά σαν η ανερχόμενη δύναμη στον χώρο, με πλήρη παράθεση των κρίσιμων πληροφοριών για κάθε ενδιαφερόμενο: διεύθυνση γραφείων, οικονομικά κίνητρα συμμετοχής κ.λπ.
Η σχετική ενημέρωση του ρεπόρτερ αποδίδεται μάλιστα στην αντίπαλη πλευρά − κάποιο ανώνυμο μέλος ή οπαδό των «Λαμπράκηδων», μετά τη βίαιη διάλυση από την αστυνομία μιας ακόμη συγκέντρωσης της ΕΦΕΕ στα Προπύλαια:
«Ακολούθησα μία ομάδα που συζητούσε ζωηρά για τη δράσι των “φασιστών” φοιτητών, που έχει αυξηθεί ανησυχητικά τώρα τελευταία.
– Εννοείτε τους σπουδαστάς που ανήκουν στην Δεξιά; ρώτησα ένα νέο με σγουρά μαλλιά, που τον είχα ακούσει προ ολίγου να φωνάζη “ο Λαμπράκης ζη!”
– Οχι, υπάρχουν πραγματικοί φασίστες, μου εξήγησε σοβαρά. Δεν είδες στους τοίχους τα γράμματα Κ4Α;
– Οχι. Τι σημαίνει αυτό;
– Κόμμα Τετάρτης Αυγούστου. Οι οπαδοί του φορούν φανερά ένα μαίανδρο στο πέτο. Έναν άσπρο μαίανδρο σε μαύρο φόντο…
– Και ποιος είναι ο αρχηγός του;
– Κάποιος Κώστας Πλεύρης, άλλοτε φοιτητής της Παντείου. Δαιμόνιος άνθρωπος. Υπαρχηγός του είναι ο Δημόπουλος. Τα γραφεία τους είναι Μπουμπουλίνας 14, κοντά στην Ασφάλεια.
– Θα πρόκειται για καμιά ασήμαντη κίνησι, ασφαλώς, είπα, για να τον ψαρέψω.
– Καθόλου! Στη Θεσσαλονίκη, ιδίως, παρουσιάζει μεγάλη δραστηριότητα. Κάποιες στιγμές μάλιστα, είχε τον έλεγχο της ΦΕΑΠΦ (της Φοιτητικής Ενώσεως του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης). Τα μέλη του Κ4Α χαιρετιούνται φασιστικά, έχουν τρομερή πειθαρχία και διαθέτουν πολλά χρήματα. Κατέχουν σπουδαία πόστα. Εκδίδουν εφημερίδες, ενισχύουν τα φτωχά μέλη τους…
Αισθάνθηκα μεγάλη περιέργεια να δω ένα Μαίανδρο, αλλά δεν υπήρχε κανένας τέτοιος γύρω. Η συγκέντρωσι ήταν καθαρά αριστερή – ή μάλλον κεντροαριστερή. Γιατί πρέπει να σημειωθή πως η ΕΔΗΝ (η νεολαία του Κέντρου) κι οι Λαμπράκηδες (η νεολαία της ΕΔΑ) έχουν καταρτίσει Λαϊκό Μέτωπο στις φοιτητικές εκλογές».
Ο συντάκτης του άρθρου δεν ήταν καθόλου τυχαίο πρόσωπο. Λίγους μήνες νωρίτερα, ο «Ελεύθερος Κόσμος» -το μετέπειτα ημιεπίσημο όργανο της χούντας- είχε εγκαινιάσει την έκδοσή του με δύο «μεγάλες έρευνες του Γιάννη Λάμψα», αποκαλυπτικές των διασυνδέσεών του με το βαθύ κράτος της εποχής. Η πρώτη ήταν μια υμνητική αυτοπαρουσίαση του πρώτου (και μέχρι πρότινος) αρχηγού της δυσώνυμης Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών σε έξι συνέχειες (26-31/7/1966), με τίτλο «Ο στρατηγός Νάτσινας της ΚΥΠ ομιλεί και αποκαλύπτει» και δεδηλωμένο στόχο «ν’ ακουστή μια φωνή που ν’ αντικρούη τη λυσσαλέα δυσφημιστική εκστρατεία που εξαπολύθηκε κατά της ΚΥΠ από τον καιρό της ιδρύσεώς της, όχι μόνο από τους κομμουνιστάς αλλά και από μερίδα του εθνικόφρονος τύπου», καθώς «η Υπηρεσία αυτή, που αποτελεί ούτως ειπείν την ασπίδα του Έθνους, έχει ανάγκη από την υποστήριξη και των αρμοδίων κρατικών παραγόντων, και του πολιτικού κόσμου, και του κοινού».
Η δεύτερη σειρά (2-19/8/1966), τροφοδοτημένη με υλικό από τα αρχεία των υπηρεσιών ασφαλείας, υπενθύμιζε την «υποδειγματική» καταστολή του εσωτερικού εχθρού επί Μεταξά και Μανιαδάκη, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «“Δεν θα ξεφύγει κανένας!” Πώς η Γ. Ασφάλεια ίδρυσε δικό της ΚΚΕ τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου πολέμου».
Στο πλαίσιο του ίδιου ρεπορτάζ του 1967, η οργάνωση του Πλεύρη ξαναπροβλήθηκε διακριτικά από τον Λάμψα σαν «φαβορί» (μαζί με την παρακρατική ΕΚΟΦ) για τις επικείμενες φοιτητικές εκλογές της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ. Η πληροφορία δημοσιεύθηκε εντός πλαισίου, ενσωματωμένου σε συνέντευξη του Λάκη Ιωαννίδη της ΕΚΟΦ και της «Κινήσεως Επανόδου του Καραμανλή», δηλαδή της φοιτητικής/βορειοελλαδικής Ακροδεξιάς (12/2/1967).
Στην πραγματικότητα, η παράταξη που είχαν συγκροτήσει ΕΚΟΦ και Κ4Α κάτω από την προστασία του πρύτανη και υπουργού Βορείου Ελλάδος, Παναγιώτη Χρήστου (υπουργού Παιδείας, αργότερα, του Ιωαννίδη), ήταν καθαρά μειοψηφική. Όταν ο πρύτανης διαπίστωσε ότι θα καταποντιστεί στις φοιτητικές εκλογές, διέκοψε την ψηφοφορία κι απέβαλε τον σύλλογο που τις διενεργούσε από το ΑΠΘ, με πρόσχημα την «κομματικοποίησή» του, αναγνωρίζοντας στη θέση του τον ακροδεξιό «αντισύλλογο» που σύστησαν οι άνθρωποι του Πλεύρη και του Λάκη («Μακεδονία», «Αυγή» και «Δημοκρατική Αλλαγή», 16/2/1967· «Η Γενιά μας», 28/2/67).
Η σιωπή και η «δικαίωση»
Η εφημερίδα «4η Αυγούστου», που εξέδιδε τότε ο Πλεύρης, απέφυγε οποιαδήποτε μνεία σ’ αυτή την γκρίζα διαφήμιση, ενώ δεν παρέλειπε να μνημονεύει οποιαδήποτε σχετική αναφορά του αθηναϊκού Τύπου. Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε ένα εύγλωττο κρούσμα μικρομεγαλισμού με αφορμή το δεύτερο δημοσίευμα, δίχως να κατονομαστούν το έντυπο ή ο συντάκτης του:
«Εγράφη εις ημερησίαν αθηναϊκήν εφημερίδα ότι την Πολυτεχνικήν σχολήν του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ελέγχουν το Κ4Α και η… ΕΚΟΦ. Μέχρις ενός σημείου υπάρχει αλήθεια. Εκείνο όμως το ΕΚΟΦ τι θέσιν έχει; Πού βρίσκεται αυτή η ανύπαρκτος ΕΚΟΦ; Πώς τολμούν να συγκρίνουν την ΕΚΟΦ με το Κ4Α;» (3/1967, σ. 11).
Μερικές βδομάδες αργότερα, την επαύριο της 21ης Απριλίου, το «κόμμα» του Πλεύρη θα στείλει στο «Επαναστατικό Συμβούλιο» της χούντας το ακόλουθο ενθουσιώδες τηλεγράφημα:
«Επί τη αναστασίμω ημέρα ενοποιήσεως του ελληνικού λαού υπό μίαν Εθνικήν Κυβέρνησιν, εκφράζομεν βαθύτατον ενθουσιασμόν μας και δηλούμεν ολόψυχον συμμετοχήν και απόλυτον πειθαρχίαν εις νέαν υψίστην αποστολήν ελληνικού στρατού. Ημέτερον πατριωτικόν κίνημα διαθέτον παραρτήματα νεολαίας καθ’ άπασαν την χώραν τάσσεται ανεπιφυλάκτως εις την διάθεσιν Επαναστατικού Συμβουλίου. Ζήτω η Ελλάς!» («4 Αυγούστου», 5/1967, σ. 12).
Στο ίδιο φύλλο, ένα άρθρο του Δημοσθένη Κούκουνα με τίτλο «Η σημερινή νεολαία», γραμμένο πριν από την «αναστάσιμον ημέραν» του στρατιωτικού πραξικοπήματος, σκιαγραφούσε ευκρινέστατα τα κίνητρα αυτής της σύμπραξης από πλευράς των εγχώριων εθνικοσοσιαλιστών:
«Περνώντας από μηδενιστικές ιδέες, που τόσο αναπτύσσονται στο δημοκρατικό μας καθεστώς, [η νεολαία] παρουσιάζεται στα πεζοδρόμια, ριγμένη από σκοτεινά συμφέροντα. Και το θέαμα σου φέρνει στα μάτια δάκρυα, για το πώς κατάντησαν τα παιδιά των Ελλήνων. […] Αλλά κάθε αρρώστεια έχει το φάρμακό της. Το κατάλληλο φάρμακο είναι ένα συνετό ολοκληρωτικό κράτος, όπως της 4ης Αυγούστου, που θα μπορούσε να δώση στην Νεολαία ό,τι έχει ανάγκη: Το Ιδανικό. Γιατί η έλλειψις επαρκών Ιδανικών οδηγεί τους αφελείς νέους στην δημοκρατία και την αναρχία, δηλαδή στα πεζοδρόμια. […] Η Νεολαία έχει ανάγκη από ένα ωργανωμένο κράτος, όπως και το ίδιο έχει ανάγκη απ’ αυτήν. Και ο Εθνικός Σοσιαλισμός, η ιδεολογία της 4ης Αυγούστου, υπόσχεται την συγκρότηση μιας Νεολαίας, αλλά 100% προοδευτικής».
Τον Ιούλιο του 1968 ο Γιάννης Λάμψας θα ξυλοκοπηθεί άγρια από τον κουμπάρο και προϊστάμενο του Πλεύρη, υπουργό Δημοσίας Τάξεως Ιωάννη Λαδά, για ένα άρθρο του σχετικό με την ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα. Όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις οδυνηρής αφύπνισης των εγχώριων συντηρητικών για το ποιόν των «δυναμικών» πρώην εταίρων τους, το περιστατικό αυτό θα μπορούσε να εκληφθεί τελικά και σαν θεία δίκη…
Τάσος Κωστόπουλος
Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών