Στις εκλογές του περασμένου Μαΐου, με την κατ’ επίφαση απλή αναλογική (κίβδηλη και ληστρική με το όριο του 3%), η Νέα Δημοκρατία απέτυχε να σχηματίσει κυβέρνηση, ωστόσο βγήκε ενισχυμένη.
Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι στη διάρκεια της πανδημίας του covid το Σύμφωνο σταθερότητας χαλάρωσε και της επέτρεψε προσωρινά ελλείμματα στον προϋπολογισμό έτσι ώστε να υιοθετήσει μια πρόσκαιρη και ισχνή επιδοματική πολιτική και να προσφέρει μια υποτυπώδη ανακούφιση και μια ελπίδα για σχετική σταθερότητα. Η εκλογική της άνοδος οφείλεται επίσης και στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ απεμπόλησε εντελώς την προοπτική μιας δήθεν αριστερής κυβέρνησης∙ αντ’ αυτού απευθύνθηκε στους «δημοκρατικούς προοδευτικούς πολίτες» υποσχόμενος «Δικαιοσύνη παντού». Δεν έπεισε ωστόσο για την αξιοπιστία του, αφού ως «πρώτη φορά αριστερά» απογοήτευσε τους ψηφοφόρους του με τη διαχείριση του δημοψηφίσματος και την υπαναχώρηση στις υποσχέσεις του. Ως αντιπολίτευση εξάλλου αποκόμισε τη δυσαρέσκειά τους με την πολιτική του τακτική (που ουσιαστικά δεν έδειξε καμιά διαφοροποίηση ως προς την πολιτική της κυβέρνησης, αφού υπερψήφισε τα περισσότερα νομοσχέδια).
Στις προσεχείς εκλογές της 25ης Ιουνίου η Νέα Δημοκρατία ποντάρει σε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση για να υλοποιήσει απρόσκοπτη το «πρόγραμμα οικονομικής σταθερότητας». Οι υποσχέσεις της όμως υποκρύπτουν το σχέδιό της να επιβάλει ακόμη πιο σκληρή λιτότητα ώστε να ικανοποιήσει τα συμφέροντα των καπιταλιστών, και ακόμη περισσότερη αυταρχικότητα και αστυνομική καταστολή για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των ευρωπαϊκών και ντόπιων θεσμών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται πως σε μια δεύτερη τετραετία θα βάλει τέλος στη λιτότητα, θα καταφέρει να ανακάμψει την οικονομία και θα βελτιώσει τις συνθήκες ζωής των εργαζομένων των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων. Σαθρές και έωλες υποσχέσεις, καθώς είναι δεδομένο πως αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο αν ερχόταν σε ρήξη με τους Θεσμούς και τα επιτελεία των καπιταλιστών. Το σχέδιό του όμως δεν προβλέπει ρήξη, αλλά περιορίζεται μόνο σε επαναδιαπραγμάτευση μαζί τους και περισσότερο σωστή διαχείριση.
Οι προεκλογικές εξαγγελίες Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ για άνοδο του οικονομικού και βιοτικού επιπέδου δεν είναι απλώς αδύναμες, είναι ουτοπικές και ανεφάρμοστες. Γνωρίζουμε πολύ καλά πως σε περιόδους οικονομικής άνθησης του καπιταλισμού οι κοινωνικές παροχές του κράτους, σε κάποιο βαθμό, διατηρούνται, καθώς εξυπηρετούν το κεφάλαιο, το οποίο εξασφαλίζει με αυτόν τον τρόπο παραγωγική εργασία και ανακουφίζουν την εργατική τάξη, τα μικροαστικά στρώματα και την κοινωνική πλειονότητα εν γένει, έτσι ώστε να διατηρείται η κοινωνική ειρήνη, με στόχο την απρόσκοπτη και διευρυμένη αναπαραγωγή του.
Αντιθέτως, σε περιόδους οικονομικής ύφεσης του καπιταλισμού, το κράτος καταφεύγει σε δανεισμό και έτσι αυξάνεται το δημόσιο χρέος· για να εξυπηρετηθεί στην αποπληρωμή του, το κράτος παραχωρεί σε ιδιώτες το δικαίωμα να επενδύσουν σε δημόσιες υποδομές, αφού φροντίσει πριν να τις υποβαθμίσει, ώστε να τις πουλήσει σε εξευτελιστική τιμή. Η καπιταλιστική τάξη λοιπόν στρέφεται στην εκμετάλλευση των έτοιμων δημόσιων υποδομών καθώς με αυτόν τον τρόπο επωφελείται από τη χαμηλή τιμή αγοράς, δεν χρειάζεται να επενδύσει τεράστια χρηματικά ποσά και μεγιστοποιεί το κέρδος της.
Αυτή η στρατηγική του κεφαλαίου υλοποιήθηκε στην Ελλάδα από τις μνημονιακές κυβερνήσεις και την μεταμνημονιακή κυβέρνηση Μητσοτάκη με την ιδιωτικοποίηση/ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας (λιμανιών, αεροδρομίων, διαφόρων τομέων του Δημοσίου, τμημάτων των ΟΤΑ, των ΕΛΤΑ, της ΠΑΘΕ, μετοχών της ΔΕΗ, του ΟΣΕ, των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης κ.λπ.).
Καθώς λοιπόν η παγκόσμια κρίση επανέρχεται με την κατάρρευση των τραπεζών και την επάνοδο του Συμφώνου Σταθερότητας, μετά την περίοδο χάριτος στη διάρκεια της πανδημίας, οποιαδήποτε κυβέρνηση κι αν προκύψει από τις εκλογές, αν παραμείνει δεσμευμένη στο σύστημα, θα υποχρεωθεί να παρουσιάσει πλεονάσματα. Οπότε, είναι σίγουρο πως θα επιβάλει νέα μέτρα αυστηρής λιτότητας, τα οποία θα εκμηδενίσουν το εισόδημα της πλειονότητας των πολιτών προς όφελος του κεφαλαίου, θα καταστρατηγήσουν τα εργασιακά δικαιώματα, θα αυξήσουν την ανεργία και θα πλήξουν τη δυνατότητα της παροχής των κοινωνικών αγαθών, όπως είναι: η δημόσια υγειονομική περίθαλψη, η δημόσια εκπαίδευση, η συνταξιοδότηση κ.ά, που αποτελούν τα διαχρονικά αιτήματα της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων.
Συνεπώς η μόνη διέξοδος είναι να ανατραπεί το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Η εργατική τάξη, η νεολαία, τα κατώτερα και καταπιεσμένα στρώματα της κοινωνίας να συνειδητοποιήσουν πως έχουν τη δύναμη να αναμετρηθούν με το σύστημα και να έλθουν σε άμεση και ολοκληρωτική ρήξη μ’ αυτό. Να συνειδητοποιήσουν πως μόνο με την ανατροπή αυτού του απάνθρωπου συστήματος θα αλλάξει η ζωή τους. Να μην επιτρέψουν στο κεφάλαιο να καρπώνεται τα κέρδη από τη δική τους εργασία και τον δικό τους ιδρώτα. Να αρνηθούν να παραχωρήσουν το δικαίωμα στα επιτελεία των καπιταλιστών και στους θεσμούς να τους εξοντώσουν.
Στους καθημερινούς αγώνες και στις προσεχείς εκλογές πρέπει να ενισχυθεί η αριστερά. Όχι η αριστερά που θα αναλάβει τη διαχείριση του ίδιου συστήματος. Όχι η αριστερά που διεκδικεί ενδυνάμωση στα κοινοβουλευτικά έδρανα για να κάνει μια άνευρη και άτολμη αντιπολίτευση. Όχι η αριστερά που θα αναλάβει κατ’ ανάθεση να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα των εργαζομένων των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων. Όχι η αριστερά που θα συναινεί σιωπηρά ή καλυμμένα στην καταπάτηση των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων ή την εκδίωξη των μεταναστών και προσφύγων με στόχο τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης. Όχι η αριστερά που, εν ονόματι της εθνικής ενότητας, θα υποκύπτει στο αφήγημα της τουρκικής επέκτασης εις βάρος μας που στην πραγματικότητα καλύπτει τον ανταγωνισμό της αστικής τάξης των δύο χωρών και παραβλέπει την ενότητα της εργατικής τάξης τους.
Πλαισιώνουμε και δυναμώνουμε με την παρουσία μας το κοινωνικό κίνημα διεκδίκησης και ανατροπής.
Ενισχύουμε με την ψήφο μας την ανεξάρτητη, αδέσμευτη, αντικαπιταλιστική Αριστερά.
Την Αριστερά που μάχεται καθημερινά σε κάθε χώρο και σε κάθε περίσταση και διεκδικεί χωρίς δεσμεύσεις και συμβιβασμούς ό,τι μας ανήκει!
Παίρνουμε τη ζωή μας στα χέρια μας!
Και στις εκλογές του Ιουνίου κάνουμε ΑΝΤΑΡΣΙΑ!
Δεν κάνουμε αποχή, δεν αποφασίζουμε υποκύπτοντας σε διλήμματα να επικρατήσει το μικρότερο κακό, αλλά ψηφίζουμε με ταξικό κριτήριο, με αποφασιστικότητα και τόλμη ΑΝΤΑΡΣΥΑ!
Σούλα Κατσιαμπούρα
*Περιφερειακή σύμβουλος με την Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία / υποψήφια βουλευτής Μαγνησίας με το ψηφοδέλτιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.