Το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου μέσω των ιδιωτικοποιήσεων είναι ο μόνος τρόπος ώστε το μεγάλο κεφάλαιο να μπορεί να συνεχίσει να έχει υψηλή κερδοφορία, φυσικά σε βάρος των πολιτών.
Για παράδειγμα, η ιδιωτικοποίηση του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας έχει αρχίσει να υπονομεύει θεμελιώδη κοινωνικά αγαθά. Ενώ οι υποστηρικτές αυτών των αλλαγών τονίζουν την αποτελεσματικότητα και την οικονομική ανεξαρτησία, η συνολική εικόνα αποκαλύπτει αθέμιτη οικονομική εξουσία και παραβίαση των κοινωνικών αγαθών.
Γενικά, η ιδιωτικοποίηση αποτελεί μηχανισμό όπου οι ιδιωτικές εταιρείες εκμεταλλεύονται τους δημόσιους πόρους για την εξασφάλιση κερδών. Η πρόσβαση στο νερό και την ηλεκτρική ενέργεια έχει καταστεί αντικείμενο εμπορίου, καθιστώντας την προσβασιμότητα της εξαρτημένη από την οικονομική δυνατότητα του καθενός. Στην ουσία, οδηγεί στη δημιουργία μιας διαίρεσης μεταξύ εκείνων που μπορούν να πληρώσουν για την υπηρεσία και εκείνων που δεν μπορούν, δημιουργώντας κοινωνικό αδικαιολόγητο χάσμα.
Επίσης, η ιδιωτικοποίηση επηρεάζει αρνητικά τη διαχείριση των περιβαλλοντικών πόρων. Οι ιδιωτικές εταιρείες, προκειμένου να αυξήσουν τα κέρδη τους, μπορεί να αγνοήσουν ή να μειώσουν τις προσπάθειες για περιβαλλοντική βιωσιμότητα και προστασία των υδάτινων πόρων. Συχνά, οι μηχανισμοί ελέγχου και εποπτείας είναι ανεπαρκείς στις ιδιωτικές εταιρείες. Η κυβέρνηση μπορεί να βρεθεί σε δυσχέρεια όταν προσπαθεί να ελέγξει τις πρακτικές τους, ενισχύοντας τον κίνδυνο κατάχρησης της εξουσίας.
Η αντικειμενική αξιολόγηση καταδεικνύει ότι η οικονομική εξουσία, όπως προκύπτει από αυτήν τη διαδικασία, αποτελεί σημαντική απειλή για τη δημοκρατία. Η λήψη αποφάσεων σχετικά με τους βασικούς ανθρώπινους πόρους ανήκει τώρα στα χέρια εταιρικών οργάνων, αντί για τους δημοκρατικά εκλεγμένους εκπροσώπους του λαού. Η παραβίαση αυτών των κοινωνικών αξιών είναι εμφανής στην αντίσταση πολλών πολιτών και ΜΚΟ που αγωνίζονται για την επαναφορά της δημοκρατικής διακυβέρνησης των δημόσιων πόρων.
Το οικονομικό κέρδος κατά την ιδιωτικοποίηση συχνά τίθεται πάνω από την προστασία του περιβάλλοντος στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος. Οι ιδιωτικές εταιρείες, αναζητώντας αποκλειστικά το κέρδος, δεν έχουν πάντα τον σεβασμό που απαιτείται για τη διατήρηση των φυσικών πόρων. Η αυξανόμενη πίεση για κέρδος οδηγεί συχνά σε αυθαίρετες εκμεταλλεύσεις, με αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα των πόρων.
Σε πολλές χώρες όπου πραγματοποιήθηκε ιδιωτικοποίηση των υδατικών πόρων, παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές και προβλήματα ποιότητας του νερού. Για παράδειγμα, στη Βολιβία το 2000, η ιδιωτικοποίηση του ύδατος στην πόλη Cochabamba προκάλεσε μαζικές διαδηλώσεις, αμφισβητώντας την ιδέα ότι το νερό θα έπρεπε να θεωρείται ως εμπορεύσιμο προϊόν με σκοπό το κέρδος. Χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία διατηρούν επιτυχημένα δημόσια συστήματα ύδρευσης και ηλεκτροδότησης, χωρίς να έχουν υιοθετήσει πλήρως την ιδιωτικοποίηση. Η ύπαρξη αυτών των μοντέλων μπορεί να υπογραμμίσει τη δυνατότητα εύρεσης λύσεων που σέβονται τις δημόσιες αξίες και εξυπηρετούν το κοινό συμφέρον, χωρίς να επιστρατεύεται πλήρως η ιδιωτικοποίηση.
Στην Ελλάδα την πρώτη 20ετία της ιδιωτικοποίησης, 2001-2020, οι αυξήσεις έφτασαν στο 300%! Η ΔΕΗ και οι καταναλωτές «επιδότησαν» τη βιωσιμότητα και την κερδοφορία των ιδιωτών παραγωγών ΑΠΕ και φυσικού αερίου καθώς και των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας με πολλά δισ. ευρώ. Ο τελευταίος ενάμισης χρόνος αποκάλυψε με δραματικό τρόπο το πλιάτσικο της ιδιωτικοποιημένης αγοράς.
Εν μέσω ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη, η οποία εξωθεί στη φτώχεια το 22% των Ευρωπαίων πολιτών, το 50% των Ελλήνων δυσκολεύεται να πληρώσει τους λογαριασμούς, διακυβεύει την επιβίωση μικρών/μεσαίων επιχειρήσεων και κλείνει τις βιομηχανίες, οι μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις παρουσιάζουν υπερπολλαπλάσια κέρδη σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Η Motoroil παρουσίασε καθαρά κέρδη 967,2 εκατ. ευρώ το 2022 έναντι 202,4 εκατ. ευρώ το 2021, τα ΕΛΠΕ 1 δισ. ευρώ συγκρίσιμα καθαρά κέρδη έναντι 140 εκατ. ευρώ, ο όμιλος Μυτιληναίου είχε 466 εκατ. ευρώ καθαρά κέρδη έναντι 62 εκατ. ευρώ. Οι επιχορηγήσεις που δίνονται αντιστοιχούν στο 4% του ΑΕΠ. Χρηματοδοτούμε τα κέρδη των επιχειρήσεων για ένα αγαθό που θα έπρεπε να είναι φτηνό και προσβάσιμο σε όλους.
Η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας νομιμοποιήθηκε σταδιακά στην κοινωνική συνείδηση με την εκχώρηση δραστηριοτήτων σε εργολάβους, τη διαρκή αύξηση των τιμολογίων που ήταν προϋπόθεση για την είσοδο των ιδιωτών παραγωγών, τη σκόπιμη φθίνουσα ποιότητα της παροχής υπηρεσιών της ΔΕΗ λόγω υποστελέχωσης, τη συντεταγμένη απαξίωση του προσωπικού και της εταιρείας, τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας που παρείχε ένα σκανδαλωδώς ευνοϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο προς όφελος της ιδιωτικής παραγωγής και εις βάρος της δημόσιας περιουσίας, τα φτηνότερα τιμολόγια από ιδιώτες παρόχους στους οποίους πωλούσε η ΔΕΗ το 40% της παραγωγής της σε τιμές κάτω του κόστους (ΝΟΜΕ), την αφαίμαξή της με πολιτικές επιλογές των κυβερνήσεων διαχρονικά και εν τέλει τη νομοτελειακή «σωτηρία» της από το ιδιωτικό κεφάλαιο. Είναι μια κλασική μεθοδολογία ιδιωτικοποίησης δημόσιων αγαθών. Χρέος όλων μας είναι να αντισταθούμε για να αποτρέψουμε αυτή τη λεηλασία του κοινωνικού πλούτου.
Σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη η ανάδειξη του στόχου για επανεθνικοποίηση της ΔΕΗ και όλων των ιδιωτικών ενεργειακών μονοπωλίων, χωρίς αποζημίωση (αρκετά λεηλάτησαν στην πλάτη του λαού), για έναν αποκλειστικά δημόσιο τομέα ενέργειας, με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο και αντίστοιχο σχεδιασμό, για ρεύμα φτηνό για τον λαό, με προστασία του περιβάλλοντος. Το εργατικό λαϊκό κίνημα και η αντικαπιταλιστική Αριστερά πρέπει να αναδείξουν τον πολιτικό αυτό στόχο μέσα στον αγώνα για να μην περάσει το νέο ξεπούλημα της ΔΕΗ, μαζί με άμεσα αιτήματα για την απόκρουση των αυξήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα.